τετράμηνος

τετράμηνος
η , ο [ος , ον ] четырёхмесячный;

τετράμηνη προθεσμία — четырёхмесячный срок


Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "τετράμηνος" в других словарях:

  • τετράμηνος — of four months masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τετράμηνος — η, ο / τετράμηνος, ον, ΝΜΑ, και βοιωτ. τ. πετράμεινος, ον, Α 1. αυτός που έχει διάρκεια τεσσάρων μηνών («τετράμηνη προθεσμία») 2. αυτός που έχει ηλικία τεσσάρων μηνών («ὗες ὀχεύονται μὲν καὶ ὀχεύουσι τετράμηνοι», Αριστοτ.) 3. το ουδ. ως ουσ. το… …   Dictionary of Greek

  • τετράμηνος — η, ο 1. αυτός που διαρκεί τέσσερις μήνες: Τετράμηνη άδεια. 2. αυτός που έχει ηλικία τεσσάρων μηνών: Τετράμηνο βρέφος. 3. το ουδ. ως ουσ., τετράμηνο τετραμηνία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • τετράμηνον — τετράμηνος of four months masc/fem acc sg τετράμηνος of four months neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τετραμήνοις — τετράμηνος of four months masc/fem/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τετραμήνου — τετράμηνος of four months masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τετραμήνους — τετράμηνος of four months masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τετραμήνῳ — τετράμηνος of four months masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τετράμηνα — τετράμηνος of four months neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τετράμηνοι — τετράμηνος of four months masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μήνας — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Ο Αιγύπτιος (Αίγυπτος 266 – Κοτύαιο 296). Γεννήθηκε από γονείς ειδωλολάτρες. Αρχικά υπηρέτησε ως στρατιώτης στα Ρουτιλιακά Νούμερα της Φρυγίας, νωρίς όμως εγκατέλειψε τον στρατό και αποσύρθηκε σε… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»